Πέμπτη 24 Ιουνίου 2010

Ως εδω (2)

Νωρίς το πρωϊ, ξύπνησα απότομα και για πολύ ώρα κοιτούσα το ταβάνι της κρεβατοκάμαράς μου. Παρατηρούσα το χρώμα, τις μικρές ρωγμές, την τεράστια τρύπα που άνοιξα προσπαθώντας μάταια να κρεμάσω μια ονειροπαγίδα. Δεν μπορούσα να κοιμηθώ. Καθόμουν ακίνητη για να μην τον ξυπνήσω, να μην του ταράξω την ηρεμία του. Δεν είχα όρεξη για κουβέντα. Για πρώτη φορά μετά απο τόσα χρόνια ήμουν αποφασισμένη και έτοιμη να φτάσω μέχρι το τέλος.
Τυπική όπως πάντα, τον ξύπνησα για να μην αργήσει στο ραντευού του και τον αποχαιρέτησα τρυφερά δίνοντάς του την υπόσχεση πως θα είμαι εδώ όταν γυρίσει. Έκλεισα την πόρτα και χωρίς δεύτερη σκέψη άρχισα να μαζεύω τα πράγματά μου. Πέταξα ότι βρήκα μπροστά μου στον τεράστιο σάκο, έβαλα μερικά καλλυντικά μέσα καθώς και το μαγιό μου. Την ώρα που ο "Β" κοιμόταν και εγώ χάζευα το ταβάνι αποφάσισα να κάνω αυτό που έπρεπε να έχω κάνει εδώ και καιρό. Να φύγω.
Μπήκα στο αυτοκίνητό μου, δυνάμωσα τη μουσική, άνοιξα το παράθυρο για να νιώθω τον αέρα και αφέθηκα στον δρόμο. Η οδήγηση με ηρεμούσε. Μου έδινε την αίσθηση της ελευθερίας. Ο τρόπος που η φύση αγκάλιαζε τον δρόμο, με βοηθούσε να ανασυντάξω τις σκέψεις μου, να βάλω μια τάξη στο μυαλό μου.
Η διαδρομή, δεν ήταν ιδιαίτερα μακρινή, ήταν όμως αρκετή για να ηρεμήσει. Είχα αποφασίσει να φύγω για λίγο και ο προορισμός ήταν το σπίτι μου. Ήθελα να πάω κάπου όπου αφενός δεν θα μπορεί να έρθει και αφετέρου δεν θα είμαι και μόνη μου.

Η μητέρα μου άρχισε να σταυροκοπιέται μόλις με είδε ξαφνικά μπροστά της. Μάλλον σοκαρίστηκε όταν με είδε. Δε μου άρεσε στο χωριό και για αυτό σπάνια πήγαινα. Και όταν το αποφάσιζα, ήταν ή Χριστούγεννα ή Πάσχα. Τώρα όμως δεν ήταν καμία γιορτή και δεν υπήρχε λόγος να εμφανιστώ...

Αν και ήμουν ήρεμη και ευδιάθετη όταν έφτασα στο σπίτι μου, η μητέρα μου αμέσως κατάλαβε πως κάτι συμβαίνει. Τόσα χρόνια, ποτέ δεν την είχα συνηθίσει σε τέτοιου είδους εκπλήξεις. Ευτυχώς όμως ήταν διακριτική και δε μου είπε κουβέντα.
Το μόνο πράγμα που εκείνη τη στιγμή ήθελα να κάνω ήταν να βυθιστώ στην αιώρα και απλά να κοιμηθώ. Δεν ήθελα ούτε να ονειρευτώ, ούτε να μιλήσω με κανέναν απλά να αφεθώ στην αγκαλιά του Μορφέα. Αρκετές ώρες αργότερα η διαπεραστική φωνή της μητέρας μου, τάραξε τον ήρεμο ύπνο μου.
"Ακόμα κοιμάσαι??? Για αυτό ήρθες? Για να κοιμάσαι?? Τόσο καιρό έχω να σε δώ, ξύπνα επιτέλους!!!!"
Αυτός δυστυχώς, ήταν ένας αρκετά βίαιος και απότομος τρόπος επιστροφής μου στην πραγματικότητα. Με μάτια μισόκλειστα και μαλλί ανακατεμένο, κατευθύνθηκα προς την κουζίνα για να προμηθευτώ την δόση καφεϊνης που τόσο είχα ανάγκγη....
Το απόγευμα, χτύπησε το τηλέφωνο. Ήταν ο "Β" που μόλις είχε γυρίσει απο την "κοινωνική εκδήλωση" και τώρα μπορούσε να μου τηλεφωνήσει χωρίς πρόβλημα. "Που είσαι?" με ρώτησε και στην απάντησή μου, πως είμαι μακρυά έμεινε άφωνος. Για αρκετά δευτερόλεπτα δε μιλούσε κανένας. Απλά σιωπή.
Είχε συνηθίσει να είμαι πάντα εκεί. Πάντα να περιμένω και ποτέ να μην διεκδικώ, να μην διαμαρτύρομαι, να μην απαιτώ. Ήταν η πρώτη φορά που όρθωσα το ανάστημά μου και ξεκαθάρισα πως όλο αυτό δεν θέλω να το συνεχίσω.
Κατά τη διάρκεια αυτών των χρόνων όμως,αλλάξανε πολλά. Άλλαξα εγώ, άλλαξε αυτός,αλλάξαν οι συνθήκες και πάνω απο όλα τα συναισθήματά μου για τον "Β". Είχε αρχίσει να μονοπολεί τη σκέψη μου και μου είχε γίνει απαραίτητη πια η παρουσία του. Ενώ παλιά μπορούσα να διαχειριστώ όλη αυτή αυτή τη σχέση, τώρα μου ήταν αδύνατον. Ή μάλλον δεν ήθελα να τη διαχειριστώ. Και κάπως έτσι, έθεσα για πρώτη φορά το δείλημα.
Ή θα είμασταν μαζί, ή θα χωρίζαμε και αυτός θα συνέχιζε να ζει τη ζωή του χωρίς εγώ να υπάρχω σε αυτήν.
Εγώ, τη δική μου απόφαση την είχα πάρει και τώρα έμενε να αποφασίσει και ο ίδιος. Ήθελα να είμαστε μαζί. Οι δυό μας. Χωρίς τρίτους και χωρίς να κρυβόμαστε. Εκείνος, είχε συνηθίσει στο και μαζί μου και με την άλλη και δεν είχε σκοπό να το αλλάξει αυτό. Για αυτό και έφυγα.
Έφυγα για να νιώσει την απουσία μου και να δεί πως είναι. Να μείνει με την άλλη, να κάνει ότι θέλει, όπως το θέλει χωρίς όμως να μπορεί να βρεθεί με εμένα. Μπορεί και να του άρεσε, να ήταν καλύτερα για εκείνον. Μπορεί όμως και όχι. Μπορεί να ήταν χειρότερα. Όπως και να χει έπρεπε να διαλέξει.
Δεν νομίζω όμως να κατάλαβε τι του έλεγα. Ήταν σε απόλυτη σύγχυση.
Μετά την πέμπτη φορά που μιλήσαμε άρχισε να συνειδητοποιεί πως ήμουν απόλυτα σοβαρή και αποφασισμένη και στο δέκατο τηλεφώνημα αποφασίσαμε να ξαναμιλήσουμε τη στιγμή εκείνη που θα έχει επιτέλους αποφασίσει τι θα κάνει στη ζωή του ....

Τρίτη 8 Ιουνίου 2010

Ως εδω (1)

Καθώς κυλούσε το καλοκαίρι, άρχισα να συνηθίζω στην νεα πραγματικότητα και σιγά σιγά άρχισε να μου αρέσει. Ο χωρισμός μου με τον πρώην μου ήταν οριστικός, τη μοναξιά μου την είχα πλέον συνηθίσει και με τον "Β" απολάμβανα χωρίς άγχος πλέον τις στιγμές μας.
Μαζί με εμενα συνήθισαν και οι φίλοι μου αυτή την αλλαγή. Κανείς δε μου μιλούσε για τη σχέση μου, δε μου προξένευε τα ξαδέρφια του, δεν προσπαθούσε να με πείσει να γυρίσω στα παλιά. Αρκετά πιο ήρεμη, απολάμβανα τις βόλτες μου, γνλωριζα συνέχεια κόσμο και τα σαββατοκύριακα χαλάρωνα κάτω απο τον καυτό ήλιο στη γραφική παραλία.
Το μόνο που μου έλλειπε ήταν ο "Β". Δυστηχώς όμως οι στιγμές που περνούσα μαζί του ήταν πολύ λίγες. Γιατι??? Γιατί ενώ εγώ είχα τολμήσει να κάνω το μεγάλο βήμα και να χωρίσω, εκείνος έμενε ακόμα στη σχέση του. Ο χωρισμός μου ήταν προσωπική μου επιλογή και είχα καταλήξει πως δεν θα τον ανάγκαζα να κάνει και αυτός το ίδιο. Δεν ήθελα να κάνει κάτι τέτοιο επειδή εγώ τον εκβίασα αλλά επειδή αυτός το ήθελε.
Αυτός όμως, ενώ ήθελε δεν μπορούσε να κάνει το ίδιο. Συνέχεια διαμαρτύρονταν. Συνέχεια γκρίνιαζε. Δεν περνούσε καλά, δεν άντεχε, έφτανε στα όριά του. Μου θύμιζε λιοντάρι στο κλουβί. Ήταν σε μια μόνιμη ένταση και προσπαθούσε συνέχεια και επίμονα να βρεί τρόπο να σπάσει τα δεσμά του.
Η αλήθεια είναι πως περισσότερο χρόνο περνούσε περιπλανόμενος, παρά μαζί της. Υπήρχαν στιγμές που τον λυπόμουνα. Στιγμές που μου ερχόταν τόσο μα τόσο κρίμα. Τον καταλάβαινα απόλυτα γιατί ήξερα πώς είναι να είσαι σε μια σχέση που δε σου αρέσει, που δεν περνάς καλά. Είναι δύσκολο να περνάς το χρόνο σου με κάποιον που δεν έχεις τίποτα κοινό και τελικά καταλήγεις στο να κοιτάει ο ένας τον άλλον και να μήν μιλάει κανείς.
Μερικές φορές ένιωθα ενοχές που του φώναζα επειδή δεν ερχόταν να με δει. Για μένα ήταν όλα εύκολα. Εγώ ήμουν μόνη και δεν λογοδοτούσα πουθενά. Εκείνος όμως δεν είχε τη δυναμη να κάνει το ίδιο. Δεν μπορούσε να βάλει ένα τέλος σε όλο αυτό. Η σύντροφός του, του έλεγε συνέχεια πως αν την αφήσει δεν θα το αντέξει, δεν θα το ξεπεράσει και ποιος ξέρει σε τι ακρότητα μπορεί να έφτανε. Έτσι γεμίζοντάς τον με τύψεις και ενοχές τον κρατούσε κοντά της και εκείνος φοβούμενος μήπως η contessa δεν αντέξει το χωρισμό, καθόταν δίπλα της.
Ένα βράδυ του Ιούλη, μου τηλεφώνησε και γεμάτος χαρά μου ανακοίνωσε πως είχε καταφέρει να περάσουμε το βράδυ μαζί. Επιτέλους!!!!!!! Με τους ρυθμούς που ζούσα λίγο ακόμα και θα γινόμουν αλκοολική, αλλά ακόμα και να τη γλίτωνα σίγουρα θα κύρητα πτώχευση!!! Η ιδέα του να καθήσω σπίτι μαζί του ήταν ένα αναπάντεχο δώρο και ναι εκείνη τη στιγμή ένιωθά πως η αναμονή άξιζε!!!!
Με πολύ γρήγορες κινήσεις, μάζεψα το σπίτι, σκόρπισα αρωματάκια και κεράκια για να φτιάξω ατμόσφαιρα και στη συνέχεια κλειδώθηκα στο μπάνιο για τη γνωστή κούρα ομορφιάς......
Παραδόξως, ήταν συνεπής στο ραντευού του και δεν άργησε ούτε ένα λεπτό! Η συνάντησή μας κύλησε όμορφα, με κουβεντούλα και κρασάκι στο μπαλκόνι. Η ηρεμία της συζήτησής μας, εναρμονιζόταν τέλεια με τη ησυχία της βραδιάς και το απαλό αεράκι μας δρόσιζε όμορφα. Εκείνη τη στιγμή μου είπε πως πρέπει να ξυπνήσει νωρίς το πρωϊ γιατί έχει να πάει σε ένα γάμο. Ένας ξάδερφός του παντρευόταν σε ένα εκκλησάκι, αρκετά χιλιόμετρα μακρυά και έπρεπε να ξυπνήσει πολύ νωρίς για να πάει.
Τι κρίμα σκεύτηκα. Πόσο καιρό έχουμε να ξυπνήσουμε μαζί...πόσος καιρός έχει περάσει άραγε απο την τελευταία φορά που τέντωσα το χέρι μου στο κρεβάτι και ακούμπησα τον "Β" και όχι το μαξιλάρι...
Ας μήν είμαι όμως αχάριστη. Αυτή τη στιγμή είναι εδώ και ας το απολαύσω. οσο για άυριο, θα δούμε. Τις σκέψεις μου όμως, τις διέκοψε ο εκνευριστικός ήχος του κινητού του. Άπειρους καβγάδες κάναμε προκειμένου να τον αλλάξει αλλά αυτός τίποτα.
"Ο αδερφός μου είναι, πάω να του μιλήσω και έρχομαι" μου λέει. Εκείνη τη στιγμή ξύπνησε η γυναικεία πλευρά μέσα μου. Εκείνη η πλευρά που είναι πονηρή και δεν πιστεύει τα όσα της λένε. Έτσι πολύ αυθόρμητα και δίχως δεύτερη σκέψη, σηκώθηκα, περπάτησα στις μύτες των ποδιών μου, κρύφτηκα πίσω απο το εράστιο φυτό και απλά κρυφάκουσα....
"Μωρό μου θα περάσω αύριο το πρωϊ να σε πάρω να πάμε στο γάμο. Ναι στις 9 να είσαι έτοιμη για να μην αργήσουμε. Ναι μωρό μου, μου λείπεις πολύ"
Όχι πάλι. Όχι ξανά. Δεν γίνεται να συμβαίνει και πάλι. Ο ανθρωπός αυτός που υποτίθεται υποφέρει σε μια σχέση που δεν τον καλύπτει σχεδιάζει να εμφανιστεί στο γάμου του συγγενή του ως ευτυχισμένος και ερωτευμένος πιγκουϊνος? Θα χαλάσω εγώ τον ύπνο μου για να τον ξύπνήσω μήπως και αργήσει να πάει να πάρει το μωρό του??????
Αθόρυβα γύρισα στη θέση μου, κατέβασα μονορούφι το κρασί μου και δεν είπα κουβέντα.
Δεν είχα να πω κάτι. Ήταν απο τις ελάχιστες φορές που δεν βρήκα λόγια να εκφραστω. Καμία λέξη δεν ήταν αρκετή για να περιγράψει αυτό που εκείνη τη στιγμή ένιωσα.
Η συνειδητοποίηση πως είμαι πολύ χαζή τελικά, με ξύπνησε απότομα. Με έβγαλε απο την εικονική πραγματικότητα που ζούσα και με τοποθέτησε σε αυτό που πραγματικόα συμβαίνει.
Δεν είχα λόγια. Δεν έβρισκα λέξεις. Για πρώτη φορά όμως, είχα πάρει την απόφασή μου. Μετά απο τόσα χρόνια, μετά απο τόση υπομονή, αποφάσισα να κάνω αυτό που έπρεπε. Να φύγω.......